μπούφος

μπούφος
Κοινή ονομασία διάφορων νυκτόβιων αρπακτικών πουλιών της οικογένειας των γλαυκόμορφων. Τα πουλιά αυτά έχουν κεφάλι χοντρό, μάτια μεγάλα μετωπικά, ισχυρό γαμψό ράμφος, πόδια με γαμψά νύχια και φτέρωμα πυκνό και απαλό. Ο κοινός μ. (asio otus) έχει καστανό χρώμα με πολλές λουρίδες, έτσι που συγχέεται εύκολα με τον φλοιό των δέντρων· στο κεφάλι του υπάρχουν δυο λοφία από φτερά που μπορούν να ανορθωθούν· τα μάτια του είναι κίτρινα και τα πόδια του καλύπτονται με φτερά. Ζει γενικά στα δάση της Ευρώπης και της νοτιοκεντρικής Ασίας, απαντάται όμως και στη Β. Αφρική· είναι πουλί ωφέλιμο για τον άνθρωπο, επειδή τρέφεται με τρωκτικά. Την άνοιξη το θηλυκό γεννάει - σε φωλιές που έχουν εγκαταλείψει άλλα πουλιά ή σε φωλιές τρωκτικών - 4-5 λευκά αβγά που τα κλωσσάει επί τρεις βδομάδες. Ένα άλλο είδος μ. είναι ο βύας ο μέγας (bubo bubo), o μεγαλύτερος των γλαυκόμορφων της Ευρώπης, που φτάνει σε συνολικό μήκος 65-70 εκ. και άνοιγμα πτερύγων 1,70 μ. Το πουλί αυτό έχει την ίδια περίπου έκταση διάδοσης με τον κοινό μ., απαντάται όμως σπανιότερα σε μερικές ευρωπαϊκές περιοχές, όπως η Μεγάλη Βρετανία, η Ολλανδία, η Ισπανία και η Ιταλία· έχει τις ίδιες συνήθειες με τον κοινό μ. Την άνοιξη το θηλυκό γεννάει σε μια σχισμή βράχου ή κοινότητα δέντρου, που την έχει γεμίσει με ξερά φύλλα, 2-3 λευκά αβγά, που τα κλωσσάει επί πέντε βδομάδες. Ο μ. των τελών (asius flammeus) έχει φτέρωμα καστανό με διαμήκεις λουρίδες πιο σκούρες στα ανώτερα μέρη και κιτρινωπές στα κατώτερα. Διαδεδομένος σε όλη την υδρόγειο, εκτός από την Αυστραλία και τις πολικές περιοχές, ζει σε ζώνες πλούσιες σε νερά και τρέφεται κυρίως με αμφίβια, μικρά πουλιά και ερπετά. Ο βύας ο μέγας (bubo bubo), είδος μπούφου, ο μεγαλύτερος από τα ευρωπαϊκά γλαυκόμορφα, είναι νυκτόβιο πουλί, το οποίο ζει σε πυκνά δάση. Ο γαλακτόχρωμος μπούφος είναι διαδεδομένος στην Αφρική.
* * *
ο
1. κοινή ονομασία τού πτηνού βύας ο μέγας
2. μτφ. για πρόσ. ηλίθιος, βλάκας ή ανεπιτήδευτος, αδέξιος
3. παροιμ. «σαν τού μπούφου το πουλί» — λέγεται για άνθρωπο που προσπορίζεται κέρδη χωρίς κόπο, γιατί πιστεύεται ότι τα μικρά πουλιά πηγαίνουν μπροστά στο ράμφος τού μπούφου και έτσι αυτός τά συλλαμβάνει χωρίς κόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. bufus, παρλλ. τ. τού bubo, -onis «το πτηνό βύας»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • μπούφος — ο (λ. λατ.) 1. νυχτόβιο πουλί της οικογένειας Στριγίδες ή Γλαυκίδες. 2. μτφ., άνθρωπος ηλίθιος, χαζός, αδέξιος: Μας έδωσε λάθος πληροφορίες ο μπούφος! …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γούβι — το ονομασία τού πουλιού βύας, μπούφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < γούβος < ιταλ. gufo «μπούφος»] …   Dictionary of Greek

  • Nikos Rizos — For other uses, see Rizos. Nikos Rizos Νίκος Ρίζος Born September 30, 1924(1924 09 30) Peta, Greece Died April 20, 1999(1999 04 20) (aged 74) Athens, Greece Occupation …   Wikipedia

  • βύας — ο (Α βύας) νυκτόβιο αρπακτικό, το μεγαλύτερο στην οικογένεια των γλαυκιδών, ο μπούφος. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για ονοματοποιημένο τύπο. Ανάγεται σε ινδοευρ. *b (e) u , bh (e) u , ηχομιμητικό στοιχείο (πρβλ. αρμ. bu «κουκουβάγια») περσ. būm, λατ. būbo …   Dictionary of Greek

  • μπούας — ο χαζός άνθρωπος, βλάκας, καθυστερημένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < βύας «το πουλί μπούφος»] …   Dictionary of Greek

  • πτύγξ — πτυγγός, ὁ, Α 1. κουκουβάγια 2. μπούφος …   Dictionary of Greek

  • υβρίς — ίδος, ἡ, Α νυκτερινό σαρκοφάγο όρνεο, πιθανώς ο βύας ο μέγας, κν. γνωστός σήμερα ως μπούφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕβρις, με καταβιβασμό τού τόνου, πιθ. κατά το ἀηδον ίς] …   Dictionary of Greek

  • ώτος — Πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, γιος του Ποσειδώνα και της Ιφιμέδειας. * * * ο / ὦτος, ΝΑ, και ὠτός Α νεοελλ. ζωολ. γένος γλαυκόμορφων πτηνών, στο οποίο ανήκει μεταξύ άλλων και ο κν. γνωστός γκιόνης αρχ. 1. το πουλί μπούφος («ὁ δ ὦτος,… …   Dictionary of Greek

  • βύας ο μέγας — Γένος πτηνών της οικογένειας των γλαυκιδών, με την κοινή (και πιο διαδεδομένη) ονομασία μπούφος. Ονομάζεται μέγας γιατί είναι το μεγαλύτερο νυκτόβιο πτηνό (φτάνει τα 50 70 εκ.). Το χρώμα του είναι καστανό, πιο βαθύ στη ράχη και πιο ανοιχτό στην… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας — Το πολυβραβευμένο αυτό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας ιδρύθηκε το 1964 από τον Άγγελο Ν. Γουλανδρή, με στόχο την προώθηση των φυσικών επιστημών και την ευαισθητοποίηση του ανθρώπου στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Στεγάζεται σε ιδιόκτητο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”